Vito Acconci - Αυτό που πραγματικά θέλω είναι η επανάσταση

Αυτα ειναι τα λογια του σπουδαίου Vito Acconci (1940 - 2017) σε μια συνέντευξη του στην διαδικτυακή τηλεόραση του San Francisco Museum of Modern Art.


Η μοναξιά και η απώλεια στα έργα του Mark Morrisroe

Περπατώντας άγρια στις αίθουσες του Σχολείου Τέχνης με τα σκισμένα μπλουζάκια του, αποκαλώντας τον εαυτό του Mark Dirt, ήταν ο πρώτος πανκ...


Jacques Henri Lartigue Φωτογραφιζοντας την ευτυχια

Στην Ευρώπη κανένας κριτικός δεν θα τολμούσε να αποδώσει καλλιτεχνική εγκυρότητα σε έννοιες όπως «ελαφρότητα» και «ευτυχία»...


Η συλλογή Bennett
The Bennett Collection of Women Realists

Οι Elaine και Steven Bennett είναι αφοσιωμένο στην προώθηση της καριέρας των γυναικών καλλιτεχνών, αφού «οι γυναίκες υποεκπροσωπούνται...».


David Foster Wallace

Στις αρχές του Σεπτεμβρίου βρέθηκα στο Παρίσι για να συμμετάσχω στο συνέδριο για τον Ντέιβιντ Φόστερ Γουάλας που διοργάνωσε το Πανεπιστήμιο της Σορβόννης σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Ντιντερό.Η αφορμή για τη διεξαγωγή του συνεδρίου στον συγκεκριμένο τόπο και χρόνο ήταν διπλή: στις 12 Σεπτεμβρίου συμπληρώθηκαν έξι χρόνια από την ημέρα που ο Αμερικανός συγγραφέας έθεσε τέλος στη ζωή του,ενώ στους επόμενους μήνες, πιθανότατα τον Ιανουάριο του 2015,αναμένεται από τις εκδόσεις Éditions de l’ Olivier η γαλλική μετάφραση των 1.079 σελίδων του magnum opus του, «Infinite Jest». Το «Infinite Wallace/Wallace Infinite conference» ευτυχώς δεν εξελίχθηκε σε διαγωνισμό εγωπάθειας για οξύθυμους ακαδημαϊκούς, τυφλωμένους από την πίστη στο επιστημονικό τους αλάθητο. Το αντίθετο, οι διαλέξεις που εκφωνήθηκαν στο υποβλητικό σκηνικό του θεμελιωμένου το 1767 κεντρικού αμφιθεάτρου του Τμήματος Αγγλικών Σπουδών της Σορβόννης και στην κομψή αίθουσα διδασκαλίας της École Normale Superieure, που διατέθηκαν για τις ανάγκες του τριήμερου συνεδρίου, αλλά και οι συζητήσεις στα διαλείμματα ανάμεσα στους νεαρούς, στην πλειοψηφία, καθηγητές πανεπιστημίου, υποψήφιους διδάκτορες, μεταφραστές και ειδικούς στον Γουάλας (Marshall Boswell, Adam Kelly, Lee Konstantinou, Mary Holland, Κώστας Καλτσάς κ.ά.) πάλλονταν από αλληλέγγυα θέρμη και αναζωπυρώνονταν από το δονκιχωτικό πάθος που εμπνέει η συναίσθηση της κοινής εξερεύνησης των κρυπτογραφημένων ιδεών ενός συγγραφέα που στον αγγλοσαξονικό κόσμο θεωρείται ήδη κλασικός και μελετάται ως τέτοιος.

Το συνέδριο στο Παρίσι δεν ήταν το πρώτο για τον Γουάλας που διεξήχθη σε ευρωπαϊκό έδαφος: είχαν προηγηθεί εκείνα στα πανεπιστήμια του Λίβερπουλ και της Αμβέρσας. Στη γενέτειρα του Γουάλας, το Ιλινόι, το τοπικό πανεπιστήμιο έχει καθιερώσει ετήσιο συνέδριο προς τιμήν του. Ξέχωρα από τις επίσημες ακαδημαϊκές συναντήσεις, μόνο τα τρία τελευταία χρόνια έχουν εκδοθεί εννέα τόμοι με δοκίμια και άρθρα σχετικά με το έργο του, καθώς κι επιλεγμένες και σχολιασμένες συνεντεύξεις του ιδίου. Αδιαμφισβήτητα η αυτοκτονία του συγγραφέα το 2008 σε συνδυασμό με την αγιοποίησή του για εμπορικούς σκοπούς από τα media, επέσπευσαν την ένταξή του στον κανόνα της αμερικανικής λογοτεχνίας. Ομως η αποδοχή του από τον ακαδημαϊκό κόσμο δεν προέκυψε ως ενοχικός φόρος τιμής ή σπασμωδική αντίδραση στην είδηση του θανάτου του. Οι πρώτες διδακτορικές διατριβές άρχισαν να γράφονται λίγο μετά την έκδοση του «Infinite Jest», ενώ ο πληρέστερος οδηγός κατανόησης του βυζαντινά περίπλοκου corpus του, το εξαιρετικό και ευκολοδιάβαστο «Understanding David Foster Wallace» του Marshall Boswell, εκδόθηκε όσο ο συγγραφέας ήταν ακόμη εν ζωή (2003). Οι ίδιοι οι ομότεχνοι του DFW, ο Τζορτζ Σόντερς, η Ζέιντι Σμιθ και πολλοί άλλοι, έσπευσαν εγκαίρως να μεταλαμπαδεύσουν τις πρωτοποριακές μετα-αφηγηματικές στρατηγικές του στους ανήσυχους φοιτητές τους στα προγράμματα δημιουργικής γραφής, τους προθάλαμους της ακαδημαϊκής αναγνώρισης, τουλάχιστον στα αμερικανικά πανεπιστήμια.

Τα βιβλία του Γουάλας έγιναν γρήγορα αντικείμενο επιστημονικής μελέτης τόσο εξαιτίας των διαδοχικών «πατροκτονιών» που ο συγγραφέας εκτέλεσε στον δρόμο προς την καλλιτεχνική του αυτοδιάθεση, βγάζοντας σιγά σιγά από τη μέση τους συγγραφείς (Μπαρθ, Πίντσον, Φόκνερ κ.ά.) που καθόρισαν τα λογοτεχνικά μανιφέστα της νιότης του, όσο κι εξαιτίας των φιλοσοφικών θεμάτων που δεσπόζουν στο έργο του: ο Γουάλας δεν φοβήθηκε να ασκήσει δριμεία κριτική στις ιδέες του Λακάν ή να ενσωματώσει στη λογοτεχνία του τα γλωσσικά παίγνια του Βιτγκενστάιν. Ωστόσο, οι θεμελιώδεις λόγοι για τους οποίους τόσο πολλοί νεαροί ακαδημαϊκοί έπεσαν με τα μούτρα στη μελέτη του, δεν διαφέρουν από εκείνους που προσείλκυσαν ένα ευρύτερο αναγνωστικό κοινό κοντά του: Η συγκινητική πίστη του Γουάλας στις δυνατότητες της λογοτεχνίας σε μια εποχή που η πολιτισμική επιρροή του σύγχρονου μυθιστορήματος είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Η εύχυμη, δαιδαλώδης, χιουμοριστική, ιλιγγιώδης πρόζα του που σκάβει επίμονα στο υποσυνείδητο του αναγνώστη μοχθώντας να του χαρίσει τη λύτρωση, αφού όμως πρώτα ανασύρει τις απαγορευμένες σκέψεις και τα ταπεινωτικά μυστικά που εκείνος έχει από καιρό εξορίσει στη λήθη. Η θαρραλέα προσπάθειά του να αντιπαλέψει την ειρωνεία, την πολιτισμική επιδημία των καιρών μας, και τις μεταστάσεις της, τον άκρατο σολιψισμό, την υποκριτική αφέλεια και τον απροκάλυπτο κυνισμό, αντιτάσσοντας την επιστροφή στις υποτιθέμενες παλιομοδίτικες οικουμενικές αξίες: την πίστη (με την ευρύτερη έννοια, όχι τη στενή θεολογική), την ενσυναίσθηση, τον ηθικό στοχασμό.

Τον Σεπτέμβριο άνθρωποι από όλα τα μέρη του κόσμου μαζευτήκαμε στο Παρίσι για να τιμήσουμε τον συγγραφέα που θυσίασε τον εαυτό του για να παραμείνει αμείλικτα ειλικρινής απέναντι στην τέχνη και στο κοινό του.
(Λευτέρης Καλοσπύρος )

Αποχώρησε από τη ζωή πρόωρα, μόλις στα 48, μα άφησε πίσω του κληρονομιά τεράστια. Το έργο του συνεχίζει να ασκεί επιρροή στους αναγνώστες και τους συγγραφείς.. Μία επιρροή που συγγραφείς κολοσσοί όπως ο Ντον Ντελίλο, ο Τζέφρι Ευγενίδης και ο «κολλητός» του Τζόναθαν Φράνζεν έχουν παραδεχθεί αρκετές φορές.

Με ότι και αν καταπιάστηκε ξεχώρισε. Με το τένις που θα μπορούσε να είχε ασχοληθεί επαγγελματικά. Την φιλοσοφία στην οποία ήταν καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Ιλινόις. Τη δημοσιογραφία, όπου εγκαινίασε και καθιέρωσε ένα νέο ανατρεπτικό στυλ γραφής. Σε όλα τον χαρακτήριζε η τελειομανία που τόσο συχνά συνοδεύει τις διάνοιες.

Όλα τα παραπάνω στοιχεία είναι εμφανή στη λογοτεχνία του. Διαβάζοντας τον κανείς, εντυπωσιάζεται από την ευρυμάθεια του, την ευκολία να κινείται από το ένα γνωστικό πεδίο στο άλλο, να ενσωματώνει τις φιλοσοφικές αναζητήσεις και τους κοινωνικούς προβληματισμούς του.

Η τελειομανία αυτή ήταν η κινητήρια δύναμη που τον ωθούσε να γράφει αριστουργήματα, να προσπαθεί να ξεπεράσει τα ινδάλματά του, τους Τόμας Πίντσον, Ντον Ντελίλο, Κόρμακ Μακάρθι, Τζέιμς Τζόις και Ντοστογιέφσκι. Αυτή όμως η τελειομανία, ήταν και η αιτία του χαμού του.  Η καθυστερημένη καθολική αναγνώριση της συγγραφικής του ιδιοφυΐας τροφοδοτούσε συνεχώς την κατάθλιψή του. Την μικρή απήχηση των δύο πρώτων βιβλίων του (Η σκούπα και το σύστημα και Κορίτσι με περίεργα μαλλιά) την εξέλαβε σαν αποτυχία με οδυνηρές συνέπειες: καταχρήσεις, ναρκωτικά, αλκοόλ, παρέα με πόρνες και «περιθωριακούς», απόπειρες αυτοκτονίας, εγκλεισμός σε ψυχιατρεία. Το στοιχείο που χαρακτηρίζει τον πυρήνα της λογοτεχνίας του Γουάλας είναι η προσπάθεια να σπάσει την απομόνωση του. Όχι την απομόνωση μίας ιδιοφυΐας ελιτίστικα διαχωρισμένης από το σύνολο. Από την πλευρά του Γουάλας δεν υπάρχουν τέτοια στοιχεία εγωισμού.

Στον πυρήνα του έργου του βρίσκεται η καταγγελία των απρόσωπων, εξατομικευμένων και αντιφατικών ανθρώπινων σχέσεων της εποχής μας. Αυτή την απομόνωση προσπαθεί να σπάσει τόσο για τον ίδιο όσο και για τον αναγνώστη. Ο ίδιος χαρακτήριζε τη συγγραφή σαν μία αντιφατική διαδικασία, μέσα από την οποία η απομόνωση του συγγραφέα και αυτή του αναγνώστη, συνδέονται και μετατρέπονται σε μία βαθειά σχέση. Αυτό γίνεται όλο και πιο εμφανές όσο ωριμάζει συγγραφικά, τόσο στο The infinite jest (μυθιστόρημα που έχει συγκριθεί ακόμη και με τον Οδυσσέα του Τζέιμς Τζόις) όσο και στην Αμερικανική λήθη και το ατελές The pale king.

Για την ανθρώπινη πλευρά του αξίζει να σημειώσουμε και να θυμηθούμε κάποια πράγματα. Το αστείρευτο χιούμορ του, διάσπαρτο στα γραπτά του. Την περίπτωση εκείνη που χάρισε το όνομα από ένα αστέρι στην ποιήτρια Μέρι Καρ με την οποία ήταν ερωτευμένος, κάτι που δείχνει τη βαθιά ρομαντική και ανθρώπινη φύση του. Την αδιαπραγμάτευτη ειλικρίνειά του, όπως όταν δεν δίστασε να ασκήσει κριτική σε μεγαθήρια της αμερικανικής λογοτεχνίας όπως οι Φίλιπ Ροθ, Νόρμαν Μέιλερ και Τζον Απντάικ, για έλλειψη κοινωνικής ευαισθησίας στα γραπτά τους. Το θάρρος με το οποίο προσπάθησε να ξεπεράσει την κατάθλιψη, ειδικά πριν το τέλος, όταν για παθολογικούς λόγους χρειάστηκε να διακόψει τα αντικαταθλιπτικά.

Στις 12 Σεπτέμβρη του 2008 ο Γουάλας έχασε τη μάχη με τον καρκίνο της ψυχής, όπως ονόμαζε ο ίδιος την κατάθλιψη. Βρέθηκε κρεμασμένος στην πίσω αυλή του σπιτιού του, αφήνοντας κριτικούς και κοινό για ακόμη μία φορά σοκαρισμένους και σε περισυλλογή, αυτή τη φορά για το πόσα ακόμη είχε να δώσει.

Από το The Pale King (Ο Χλομος Βασιλιας), οι σκέψεις του έφηβου χριστιανού  και  αντίθετου  (θεωρητικά)  στην  ιδέα της έκτρωσης Λέιν Ντιν Τζούνιορ καθώς προσπαθεί να  αποφασίσει  αν  πρέπει  ή  όχι  να  αφήσει  την έγκυο κοπέλα του, που ξέρει πως δεν αγαπά στην πραγματικότητα, να κάνει έκτρωση ή όχι:

«Αλλά καθισμένος εδώ δίπλα σε αυτό το κορίτσι που του ήταν τώρα άγνωστο σαν το βαθύ διάστημα, περιμένοντάς την να πει κάτι, οτιδήποτε, που θα τον ξεπαγώσει, τώρα ένιωσε πως μπορούσε να δει το χείλος ή το περίγραμμα ενός ίσως πραγματικού οράματος της κόλασης. Ήταν η εικόνα δύο μεγάλων και τρομερών στρατιών μέσα του, παραταγμένων η μια απέναντι στην άλλη, σιωπηλών. Θα υπήρχε μάχη μα όχι νικητής. Ή ποτέ μάχη ― οι στρατιές θα έμεναν έτσι, ακίνητες, ατενίζοντας η μια την άλλη και βλέποντας κάτι τόσο διαφορετικό και ξένο από τον εαυτό τους που δεν μπορούσαν να το καταλάβουν, δεν μπορούσαν να ακούσουν η μία την ομιλία της άλλης ούτε καν σαν λέξεις ή έστω να διαβάσουν κάτι στα πρόσωπά απέναντί τους, παγωμένες έτσι, αντιμέτωπες  χωρίς  να  καταλαβαίνουν,  μέχρι  το τέλος του ανθρώπινου χρόνου. Καρδιά χωρισμένη στα δύο, υποκριτής απέναντι στον εαυτό σου ότι κι αν κάνεις».

Ντέιβιντ Φόστερ Γουάλας

«Οι  περισσότεροι  θα  συμφωνούσαμε πως  ζούμε  σε  σκοτεινούς  και  ηλίθιους  καιρούς, αλλά έχουμε ανάγκη μια λογοτεχνία που απλώς υποδεικνύει πόσο σκοτεινοί και ηλίθιοι είναι; Σε σκοτεινούς καιρούς, ο ορισμός της καλής τέχνης μου φαίνεται πως είναι τέχνη που μπορεί να εντοπίσει και  να  ασκήσει  τεχνητή  αναπνοή  στα  στοιχεία εκείνα που παραμένουν ανθρώπινα και μαγικά, που ζουν και λάμπουν παρά το σκοτάδι των καιρών. Η πραγματικά καλή λογοτεχνία μπορεί να είναι όσο σκοτεινή θέλει, αλλά θα βρει τρόπο να απεικονίσει τον κόσμο και ταυτόχρονα να φωτίσει τη δυνατότητα να είναι κανείς ζωντανός και άνθρωπος μέσα σε αυτόν».

Όπως είχε γράψει στον Πιτς κατά τη διάρκεια της επιμέλειας του Infinite Jest, «Θέλω να γράψω πράγματα που όχι μόνο ανακατασκευάζουν κόσμους  αλλά  και  κάνουν  τους  αναγνώστες  να νιώσουν». Ήξερε πολύ καλά πως τέτοιες δηλώσεις τον έκαναν να μοιάζει αφελής και ονειροπόλος.

Στον ΜακΚάφερυ είχε πει «Μου φαίνεται πως η μεγάλη διαφορά μεταξύ καλής τέχνης και μέτριας τέχνης... [βρίσκεται] στο να είσαι διατεθειμένος σχεδόν να πεθάνεις για να συγκινήσεις τον αναγνώστη. Ακόμα και τώρα φοβάμαι πόσο δακρύβρεχτο ακούγεται αυτό. Και η προσπάθεια να το κάνεις, όχι μόνο να το συζητάς, απαιτεί ένα είδος κουράγιου που δεν φαίνεται να το έχω ακόμα». 

«Νομίζω πως ένας από τους πραγματικούς τρόπους που αισθάνομαι πιο έξυπνος είναι πως συνειδητοποίησα πως υπάρχουν άνθρωποι  που  είναι  από  πολλές  απόψεις  πολύ εξυπνότεροι από εμένα. Το μεγάλο μου προσόν ως συγγραφέας είναι πως είμαι σαν όλους τους άλλους ανθρώπους. Τα κομμάτια μου που με έκαναν να αισθάνομαι πως είμαι διαφορετικός ή εξυπνότερος από τους άλλους λίγο έλειψε να με σκοτώσουν»



«Δύο νεαρά ψάρια κολυμπούν αμέριμνα στη μέση του ωκεανού ̇ όταν συναντούν κατά τύχη ένα γεροντότερο ψάρι που κολυμπά προς την αντίθετη κατεύθυνση, το οποίο τους γνέφει και λέει: «Καλημέρα, παιδιά. Πώς είναι το νερό;» Τα δύο νεαρά ψάρια συνεχίζουν για λίγο την πορεία τους, μέχρι που το ένα γυρνάει στο άλλο και του λέει: «Τι στο καλό είναι το νερό;» 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου