Vito Acconci - Αυτό που πραγματικά θέλω είναι η επανάσταση

Αυτα ειναι τα λογια του σπουδαίου Vito Acconci (1940 - 2017) σε μια συνέντευξη του στην διαδικτυακή τηλεόραση του San Francisco Museum of Modern Art.


Η μοναξιά και η απώλεια στα έργα του Mark Morrisroe

Περπατώντας άγρια στις αίθουσες του Σχολείου Τέχνης με τα σκισμένα μπλουζάκια του, αποκαλώντας τον εαυτό του Mark Dirt, ήταν ο πρώτος πανκ...


Jacques Henri Lartigue Φωτογραφιζοντας την ευτυχια

Στην Ευρώπη κανένας κριτικός δεν θα τολμούσε να αποδώσει καλλιτεχνική εγκυρότητα σε έννοιες όπως «ελαφρότητα» και «ευτυχία»...


Η συλλογή Bennett
The Bennett Collection of Women Realists

Οι Elaine και Steven Bennett είναι αφοσιωμένο στην προώθηση της καριέρας των γυναικών καλλιτεχνών, αφού «οι γυναίκες υποεκπροσωπούνται...».


Albert Camus

Ο Αλμπέρ Καμί υπήρξε και παραμένει ένας από τους σημαντικότερους Γάλλους συγγραφείς και διανοητές με διεθνή ακτινοβολία και ευδιάκριτο αποτύπωμα στην λογοτεχνία, το θέατρο και την φιλοσοφία. Είναι περισσότερο γνωστός για το έργο του «Ο Ξένος», που αποτελεί την μυθιστορηματική ανάπτυξη της φιλοσοφίας του παραλόγου, της οποίας υπήρξε ένας από τους εισηγητές. Το 1957, τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας και τρία χρόνια αργότερα έφυγε από την ζωή σε τροχαίο δυστύχημα σε ηλικία 47 ετών στην ακμή της δημιουργικότητάς του.

Ο Αλμπέρ Καμί γεννήθηκε στο Μοντοβί της Γαλλικής Αλγερίας στις 7 Νοεμβρίου 1913. «Μεγάλωσα, όπως όλοι οι άνθρωποι της ηλικίας μου, μέσα στις τυμπανοκρουσίες του Α Παγκοσμίου Πολέμου. Και η Ιστορία μας από τότε δεν έπαψε να είναι: φόνος, αδικία, βία». Ο πατέρας του, ένας φτωχός βιοπαλαιστής που είχε έλθει στην Αλγερία για να κάνει την τύχη του, σκοτώθηκε στον πόλεμο. Η ισπανικής καταγωγής μητέρα του δούλευε ως παραδουλεύτρα για να μεγαλώσει αυτόν και τον μεγαλύτερο αδελφό του. Η οικογένεια του, μετά τον θάνατό του πατέρα του, εγκαταστάθηκε στο Αλγέρι και έζησε σε ένα μικρό δυάρι με την γιαγιά από την πλευρά της μητέρας του και έναν παράλυτο θείο του.

Παράλληλα με τις σπουδές του ο Καμί ασχολήθηκε με τον αθλητισμό και ιδιαίτερα με το ποδόσφαιρο, αλλά μια κρίση φυματίωσης το 1930, έβαλε τέλος στα αθλητικά του όνειρα. Χρόνια αργότερα ενθυμούμενος αυτά που του προσέφερε το ποδόσφαιρο είπε την γνωστή ρήση: « Στο ποδόσφαιρο χρωστάω όσα ξέρω για ηθική και καθήκον». Η επιδείνωση της υγείας του τον ανάγκασε να εγκαταλείψει το ανθυγιεινό διαμέρισμα στο οποίο έμεινε για 15 χρόνια και να ζήσει μόνος του κάνοντας διάφορες δουλειές για να επιβιώσει. Την ίδια χρονιά γράφτηκε στην Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου του Αλγερίου, από την οποία αποφοίτησε το 1936 με μια εργασία για την σχέση της ελληνικής και χριστιανικής σκέψης στα κείμενα του Πλωτίνου και του Αυγουστίνου.

Στην πρωτεύουσα της Αλγερίας σφυρηλάτησε την προσωπικότητά του και πραγματοποίησε τα πρώτα του επαγγελματικά βήματα. Εκεί ένιωσε τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα και σε ηλικία 21 ετών παντρεύτηκε την πρώτη γυναίκα του, την Σιμόν Ιέ, από την οποία γρήγορα χώρισε, επειδή ο ένας απατούσε τον άλλον. Εκεί πολιτικοποιήθηκε μέσα από τις τάξεις του Κ. Κ Γαλλίας, αλλά γρήγορα και εδώ διαχώρισε την θέση του και διαγράφηκε ως τροτσκιστής. Στο Αλγέρι άρχισε να δημοσιογραφεί ως πολιτικός συντάκτης και λογοτεχνικός κριτικός και εκεί έγραψε τα πρώτα του έργα.

Ζώντας στην Γαλλία, συμμετείχε στην αντίσταση κατά της Γερμανικής Κατοχής και κατά την διάρκειά της, εξέδωσε το πρώτο σπουδαίο έργο του, το μυθιστόρημα «Ο Ξένος» (1942). Πρόκειται για μια έξοχη σπουδή στην αλλοτρίωση του ανθρώπου του 20ου αιώνα, μέσα από το το πορτρέτο ενός «ξένου» καταδικασμένου σε θάνατο όχι τόσο επειδή πυροβόλησε έναν Άραβα, αλλά επειδή αρνείται να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις της κοινωνίας. Τον ίδιο χρόνο εκδόθηκε το φιλοσοφικό του δοκίμιο «Ο Μύθος του Σίσυφου», που αναλύει μία αντίληψη του παραλόγου. Το ίδιο χρονικό διάστημα παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο την μαθηματικό Φρανσίν Φορ, η οποία του χάρισε δύο κόρες. Όπως και με την Ιέ δεν υπήρξε το πρότυπο του πιστού συζύγου.

Ο Καμί εξέδωσε και άλλα σημαντικά έργα, όπως τα μυθιστορήματα «Η πανούκλα» (1943) και η «Πτώση» (1956), το θεατρικό «Καλιγούλας» (1944) και το δοκίμιο «Ο επαναστατημένος άνθρωπος» (1951), που προκάλεσε σκληρές διαμάχες μεταξύ των μαρξιστών της εποχής του. Τον Απρίλιο του 1955 βρέθηκε στην Αθήνα και συμμετείχε σε εκδήλωση στο Γαλλικό Ινστιτούτο για «Το μέλλον του ευρωπαϊκού πολιτισμού», που δεν είναι άλλο από μια Ευρώπη με ομοσπονδιακά χαρακτηριστικά, όπως υποστήριξε.

Το 1957, βραβεύτηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας σε ηλικία μόλις 44 ετών και έγινε έτσι ο νεώτερος συγγραφέας που είχε τιμηθεί μέχρι τότε με το επίζηλο βραβείο. Τρία χρόνια αργότερα, στις 4 Ιανουαρίου 1960, το νήμα της ζωής του κόπηκε απότομα, όταν έπεσε θύμα αυτοκινητιστικού δυστυχήματος. Αργότερα θα γίνει γνωστό ότι Καμί έλεγε συχνά στους φίλους του «πως δεν υπάρχει τίποτα πιο σκανδαλώδες από τον θάνατο ενός παιδιού και τίποτα πιο παράλογο από τον θάνατο σε τροχαίο δυστύχημα».

Ο Ξένος (Γαλλικά: L’Étranger) είναι ένα μυθιστόρημα από τον Αλμπέρ Καμί που δημοσιεύθηκε το 1942. Το θέμα και η θεώρηση του βιβλίου αναφέρονται συχνά ως υποδείγματα της φιλοσοφίας του παραλόγου του Καμί καθώς και του υπαρξισμού, παρόλο που ο Καμύ προσωπικά απέρριψε την ταμπέλα του υπαρξιστή.

Το βιβλίο ξεκινά με την εξής φράση: “Aujourd’hui, maman est morte. Ou peut-être hier, je ne sais pas.” («Σήμερα, η μαμά πέθανε. Ή ίσως χθες, δεν ξέρω.»). Το Σήμερα διακόπτεται από τον θάνατο της μαμάς[1]. Ο Μερσώ, ένας αδιάφορος Γαλλο-Αλγερινός, μετά την παρουσία του στην κηδεία της μητέρας του, σκοτώνει απαθώς έναν Άραβα τον οποίο αναγνωρίζει στο Γαλλικό Αλγέρι. Η ιστορία είναι χωρισμένη σε δύο μέρη: η αφήγηση του Μερσώ σε πρώτο πρόσωπο πριν και μετά τον φόνο.

Τον Ιανουάριο του 1955, ο Καμί είπε, «συνόψισα τον Ξένο πολύ καιρό πριν, με μία παρατήρηση που παραδέχομαι πως ήταν εξαιρετικά παράδοξη: Στην κοινωνία μας κάθε άνθρωπος που δεν κλαίει στην κηδεία της μητέρας του διατρέχει το ρίσκο να καταδικαστεί σε θάνατο.  Ήθελα απλώς να πω ότι ο ήρωας του βιβλίου είναι καταδικασμένος επειδή δεν παίζει το παιχνίδι.»

Ο Μερσώ ενδιαφέρεται πολύ περισσότερο για τις φυσικές πτυχές του κόσμου γύρω του παρά για τις κοινωνικές ή τις συναισθηματικές του πτυχές (π.χ. έρωτας - αγάπη, ζέστη - κηδεία, ήλιος - φόνος). Όταν παρατηρεί τους ανθρώπους απ’ το μπαλκόνι του, το κάνει παθητικά, απορροφώντας τις λεπτομέρειες χωρίς όμως να κρίνει αυτά που βλέπει˙ σε αντίθεση με τους ανθρώπους στην αίθουσα του δικαστηρίου, τους Άραβες, τους γείτονες του Ρέιμοντ και άλλους, που αναζητούν απεγνωσμένα κάποιο νόημα. Ούτε ο εξωτερικός κόσμος όπου ο πρωταγωνιστής ζει ούτε ο εσωτερικός κόσμος των σκέψεων και των διαθέσεών του κατέχουν λογική τάξη. Ο Μερσώ δεν έχει ξεχωριστό λόγο για τις πράξεις του (να παντρευτεί την Μαρία, να σκοτώσει τον Άραβα, κτλ). Η κοινωνία ωστόσο προσπαθεί να εφεύρει ή να επιβάλλει λογικές εξηγήσεις για τις παράλογες πράξεις του με σκοπό την διατήρηση της τάξης.

Οι διαφορετικοί χαρακτήρες στον Ξένο κατέχουν πολύ διαφορετικές στάσεις όσον αφορά στη φθορά και το θάνατο, τις οποίες ο Μερσώ δεν αρνείται και δε σχολιάζει. Ωστόσο συνειδητοποιεί ότι, ακριβώς όπως είναι ο ίδιος αδιάφορος για το σύμπαν, το ίδιο αδιάφορο είναι  και το σύμπαν για τον ίδιο.  Όπως όλοι οι άνθρωποι, έχει γεννηθεί, θα πεθάνει, και δεν θα έχει καμία περαιτέρω σημασία. Παραδόξως, μόνο αφού φτάσει σε αυτή τη φαινομενικά θλιβερή διαπίστωση είναι σε θέση να επιτύχει την ευτυχία. Όταν έχει πλήρως συμβιβαστεί με το αναπόφευκτο του θανάτου, καταλαβαίνει ότι δεν έχει σημασία αν πεθάνει από την εκτέλεση ή ζήσει για να πεθάνει από φυσικό θάνατο σε μεγάλη ηλικία και είναι σε θέση να αποδεχθεί την πραγματικότητα της επικείμενης εκτέλεσής του χωρίς απόγνωση.

Η συνειδητοποίηση αυτή επιτρέπει στον Μερσώ να βάλει στην άκρη τις φαντασιώσεις του να ξεφύγει την εκτέλεση υποβάλλοντας μια επιτυχημένη δικαστική προσφυγή˙ ακόμη αρνείται να «ξεφύγει» από τον θάνατο απορρίπτοντας μία στροφή στη θρησκεία, λέγοντας πως κανείς δεν έχει το δικαίωμα να κρίνει κάποιον άλλον. Αντιλαμβάνεται ότι αυτές οι απατηλές ελπίδες, που είχαν προηγουμένως απασχολήσει το μυαλό του, δεν θα του προσέφεραν τίποτε παραπάνω από το να του δημιουργήσουν μια ψευδή αίσθηση ότι ο θάνατος μπορεί να αποφευχθεί. Ο Μερσώ βλέπει ότι η ελπίδα του για διατήρηση της ζωής υπήρξε ένα βάρος. Η αποδέσμευσή του από αυτή την ψεύτικη ελπίδα σημαίνει ότι είναι ελεύθερος να ζήσει τη ζωή για αυτό που είναι, και να αξιοποιήσει τη ζωή που του απομένει όντας συνεχώς αφυπνισμένος.

•   Αλμπέρ Καμύ: Έχω δύο πατρίδες, το φως και σένα. Διαβαστε εδω...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου